Δήμος Αμφιλοχίας, δέκα χρόνια οπισθοδρόμησης

Γράφει ο δημοσιογράφος Βασίλης Νάκας

« Λες και ήταν χθες… Λες και ήταν χθες …». Επετειακές οι μέρες που διανύουμε.

 Δέκα χρόνια πριν (Οκτώβριος 2002), και ο τόπος μας ήθελε τόσο να αλλάξει σελίδα, ύστερα από τα ρεζιλίκια κακοδιοίκησης της προηγούμενης δημοτικής αρχής (μέχρι και ο ζουγκλικός Τριανταφυλλόπουλος μας πήρε στο ψιλό). Η ετυμηγορία τής κάλπης έφερε τον νυν δήμαρχο στους ώμους ενός ενθουσιώδους πλήθους να περιφέρεται σ’ ένα γαϊτανάκι πανηγυρισμών.

 Δεν έλειψαν, μάλιστα, και οι αυτόκλητοι κράχτες: καλοσχηματίζοντας, με στόμφο δεκάρικου, εικόνες από το επερχόμενο μεγαλείο τού δήμου, παρουσιάζοντας μνημούρια που θα στηθούν προς τιμή τού νέου δημάρχου μας, και εν τέλει, αναμιγνύοντας Αρταξέρξηδες και αρχαίες πρεσβείες σ’ έναν οχετό αρλούμπας.

Μία δεκαετία μετά, και το χθες εξακολουθεί εφιαλτικά απαράλλακτο. Ή, όχι, εδώ αδικούμε τον δήμαρχό μας, έδωσε στην πόλη μας μοντέρνα και εκσυγχρονισμένη αισθητική, μετατρέποντάς τη σ’ ένα τσιμεντένιο αμάλγαμα πολυκατοικιοπληξίας. Δυστυχώς, όμως, αν και το σκηνικό έγινε πιο φουτουριστικά συμπαγές και σε μπετόν απόχρωση, ο θίασος παρέμεινε ίδιας νοοτροπίας και η παράσταση καταστροφική αποτυχία.

 Το κυνήγι τού κρυμμένου θησαυρού, δηλαδή της καρέκλας, μονοπωλεί, άλλωστε, τις φαντασιώσεις των συναποτελούντων τη δημαρχιακή συντροφιά. Και παραφράζοντας τον «Ριχάρδο Γ΄», μοιάζουν να εκλιπαρούν στεντορείως: «Την τυφλή υπακοή μου για μια θέση αντιδημάρχου!».

Όπου, εξάλλου, κυριαρχούν οι βιρτουόζοι στην κωλοτούμπα και οι μακιαβελίσκοι, και η γλίτσα από τη γλοιώδη τους ανάσα γίνεται λάβαρο επιβίωσης και αναρρίχησης, όλα σιγά σιγά ολισθαίνουν κι ανατρέπονται, και η κοινωνία κατακερματίζεται σε αδιέξοδους εγωισμούς, χάνοντας τη δυναμική της για αποτελεσματική αντίδραση.

Με τη ρουσφετολογική εύνοια, τη χαριστική διάθεση προς ημετέρους, τη μεροληψία, την ανέξοδη υποσχεσεολογία να αρμολογούν μερικά από τα βασικά γρανάζια τής Θαυμαστής Εποχής Κοιμήση, δεν είναι δύσκολο να δεχθούν ισχυρά πλήγματα οι κοινωνικές μας δομές. Στην ουσία, ο δήμος μας διοικείται από έναν στενό κύκλο προσώπων, που επί δέκα χρόνια τον έχουν μετατρέψει σε βιλαέτι ικανοποίησης των επιδιώξεων τους.

Έπειτα από τόσο μακρά και αδιατάρακτη ηγεμονία, έχουν αποκτήσει την καθεστωτική αντίληψη των προυχόντων τής Τουρκοκρατίας. Δεν δίνουν λογαριασμό σε κανέναν, το δημοτικό συμβούλιο υπολειτουργεί, ο δήμαρχος κυβερνά με «φετφάδες».

 Ο διάλογος, οι νέες ιδέες, οι δίκαιες απαιτήσεις των πολιτών, οι επιτακτικές ανάγκες τής  περιοχής δεν χωρούν στην κοντόθωρη και γεμάτη από κουτοπόνηρους τακτικισμούς σκέψη τους. Τώρα, ωστόσο, που το πάλαι ποτέ κραταιό σουλτανάτο τού ΠΑΣΟΚ έχει καταρρεύσει, κινδυνεύουν να μείνουν χωρίς ισχυρή πολιτική στέγη και στήριξη, και να απολέσουν τις μαλακές τους πολυθρόνες.                                                                           

Αρχίζουν, λοιπόν, να βάζουν σε πλήρη λειτουργία τις αδιόρθωτες παλαιοκομματικές τους μεθοδεύσεις: κουτσουρεύουν δημοτικά τέλη, είναι ελαστικοί ή χαριστικοί στην είσπραξη χρεών, διορίζουν ή υπόσχονται διορισμούς (πρόσφατο παράδειγμα η  Κοινωφελής Εργασία), τσιμεντοστρώνουν ξεχασμένους κοινοτικούς δρόμους (αυτό αποτελεί πάγιο προεκλογικό τους εργαλείο).

 Στην τελευταία, μάλιστα, εκλογική αναμέτρηση, έταξαν να βολέψουν τους μισούς δημότες στην φάμπρικα θέσεων της ΑΜΦΙΓΑΛ, παίζοντας με τον πόνο τους για εργασία. Μας βλέπουν, εν ολίγοις, σαν κοπάδι ψηφοφόρων, πολίτες, δηλαδή, μίας χρήσης, μέχρι την επόμενη τετραετία. Είναι, άλλωστε, υψηλό το διακύβευμα των θώκων και των αξιωμάτων που διεκδικούν: παχυλός ο μισθός, και τα «τυχερά» ακόμη σημαντικότερα. Άσε, συνεπώς, τον κοσμάκη να «κουρεύεται», ενδεής και κακορίζικος, και πέσε με τα μούτρα στο κεχρί!

Δυόμισι θητείες πέρασαν, τεράστιο - με πολιτικούς όρους - χρονικό διάστημα, κι ο δήμος μας παραπαίει, ευρισκόμενος σε τραγική κατάσταση. Χωρίς όραμα, χωρίς ακριβή σχεδιασμό, χωρίς στοχευμένες δράσεις και διάθεση χάθηκε μία δεκαετία πολλών ευκαιριών.

 Από το 2002, κεφάλαια προγραμμάτων, που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν από τον πακτωλό χρημάτων των ολυμπιακών έργων, το ΕΣΠΑ και άλλους εθνικούς και ευρωπαϊκούς πόρους, έμειναν αναξιοποίητα και ανενεργά. Αποκτήσαμε, βέβαια, κατόπιν μακράς αναμονής, τον προεκλογικό χλοοτάπητα του μισοτελειωμένου, ακόμη, σταδίου μας.

Ακούσαμε φανφάρες για προσκυνηματικό τουρισμό, για προσέλκυση κόσμου μέσω τής ενίσχυσης των λειτουργιών τού ΚΑΦΚΑ, αξιωθήκαμε να δούμε και το μεγαλόπνοο έργο τής μαρίνας, εγκαταλειμμένη σχεδόν, σήμερα, από την ανικανότητα των ιθυνόντων τού δήμου να της δώσουν ρόλο και αναπτυξιακή κατεύθυνση.

Η λέξη «ανάπτυξη», δυστυχώς, έχει καταντήσει το πιο σύντομο ανέκδοτο για την περιοχή μας: παρ’ όλο που η γεωγραφική της θέση, το φυσικό κάλλος, τα μοναδικά της προϊόντα την εγγυώνται, εφόσον οργανωθούν και συνδυαστούν σωστά. Λείπει, επομένως, ο κεντρικός εκείνος φορέας που θα αναδείξει στο έπακρο τις παραγωγικές δυνατότητες του τόπου μας, που θα υποβοηθήσει την ενίσχυση του πρωτογενούς και δευτερογενούς μας τομέα.

 Όταν, όμως, τα εν δημαρχείω πεπραγμένα εξαντλούνται σε ιντριγκαδόρικα κουτσομπολιά και πισώπλατα μαχαιρώματα, πώς μπορεί να ανατραπεί η κατάσταση και να δοθεί ανάσα ελπίδας; Ο δήμαρχός μας, εξάλλου, έχει διαφορετικές προτεραιότητες: ενδιαφέρεται μόνο για την προσωπική του προβολή στα διαδημοτικά και εθνικά φόρα.

 Άριστος, μάλιστα, μάνατζερ του εαυτού του και δημοσιοσχεσίτης, χρησιμοποιεί τον Δήμο Αμφιλοχίας σαν διαβατήριο για να ελίσσεται στον πολιτικό στίβο και να ικανοποιεί τις αρχομανείς του φιλοδοξίες. Είναι λογικό, ως εκ τούτου, εκείνος και η καμαρίλα του να θεωρούν την ουσιαστική διοίκηση σαν πάρεργο, έναν καταναγκασμό για τη διατήρηση των κεκτημένων.

Προς επίρρωση αυτών, δεν έχουμε παρά να κοιτάξουμε γύρω μας: τι κληροδότησε στον τόπο μας η άκρως αναποτελεσματική δεκαετής θητεία τους;

Τίποτα το ουσιαστικό, εκτός από το αίσχος τής απουσίας πόσιμης ύδρευσης που μας κατατάσσει σε επίπεδα Σομαλίας, την οργάνωση εκδηλώσεων χωρίς ταυτότητα και περιεχόμενο, την αδιαφορία για τους αρχαιολογικούς μας θησαυρούς, τον χαμηλής αισθητικής καλλωπισμό τής πόλης, την έλλειψη ενός αλληλένδετου δικτύου πλατειών, χώρων πρασίνου και άθλησης, την εγκατάλειψη στη δεινή τους μοίρα των επαγγελματιών και των δοκιμαζόμενων από την κρίση πολιτών, την παντελή παραμέληση των ορεινών και απομακρυσμένων μας κοινοτήτων.

Οι εξελίξεις, όμως, πάντα προσπερνούν όποιον δεν συμβαδίζει με την εποχή και δεν αξιοποιεί τις δυνατότητές του. Κι έτσι, ενώ κάποτε η Αμφιλοχία ήταν το τουριστικό στολίδι του Αμβρακικού, σήμερα το ανεκτίμητο αυτό κεφάλαιό της βρίσκεται σε βαθιά νάρκη, συμπαρασύροντας στην κατάπτωση μια σειρά κλάδων απασχόλησης.

Ουραγοί, λοιπόν, του νομού στον τομέα τού τουρισμού, όταν πόλεις, όπως η Πάλαιρος και η Βόνιτσα, κάνουν αλματώδεις προόδους, υποσκελίζοντάς μας. Ουραγοί και στην αναζήτηση ρηξικέλευθων προγραμμάτων για την προώθηση νέων και πιο ανταγωνιστικών καλλιεργειών, ώστε η γεωργία μας να αναζωογονηθεί, προσφέροντας εργασία και ικανοποιητικό εισόδημα σε μεγάλο κομμάτι τού πληθυσμού.

Σε μια χώρα που προσπαθεί να ξαναβρεί τα βήματά της, ύστερα από το ισχυρό σοκ της οικονομικής κρίσης, ο δήμαρχός μας και οι αυλικοί του εξακολουθούν ατάραχοι το πατροπαράδοτο έθιμο του κομπολογιού, μετρώντας και ξαναμετρώντας με τις χάντρες του τις ώρες τής ανίας τους.

Η πόλη, στο μεταξύ, έχει παραδοθεί στην ακόρεστη οικοδομική μανία τού τοπικού μας μεγαλοεργολάβου, ο οποίος, κατά το δοκούν, έχει μπαζώσει τα πάντα. Επακόλουθο της ατελεύτητης αυτής τσιμεντοποίησης, εξαιρετικής σημασίας - από ιστορική και αρχιτεκτονική άποψη - κτίρια να έχουν χαθεί διά παντός, και η πόλη να έχει γυμνωθεί από το παραδοσιακό της χρώμα, μεταβαλλόμενη σ’ ένα ρυμοτομικά άναρχο κλουβί, δίχως ελεύθερους χώρους και ποιότητα ζωής.

Από την άλλη, η χρήση και διακίνηση ναρκωτικών έχει εξελιχθεί σε αληθινή μάστιγα. Αποτέλεσμα, τα ποσοστά παραβατικότητας, ιδίως στους νέους μας, να παρουσιάζουν κάθετη άνοδο. Και μέσα σε τούτο το πνεύμα ανομίας και γενικότερου ξεχαρβαλώματος, έχει αρχίσει να ευδοκιμεί στην πόλη και το «φρούτο» τής τοκογλυφίας.

Το κλίμα οικονομικής ασφυξίας που επικρατεί στην αγορά, με τους τζίρους στα «Τάρταρα» και τις στρόφιγγες του τραπεζικού δανεισμού ερμητικά κλειστές, έχει φέρει πολλούς επαγγελματίες στα όριά τους. Έσχατη λύση, πριν το απονενοημένο διάβημα, η καταφυγή τους σε γνωστούς – αγνώστους συμπολίτες μας, που, με τσουχτερό επιτόκιο και αρπακτικές διαθέσεις, είναι έτοιμοι να διευκολύνουν κάθε δυστυχή.

Ένας δήμος σε πλήρη αποσύνθεση, ιδού τα δώρα τής δεκάχρονης παντοδυναμίας Κοιμήση! Ένας δήμος με μεγάλες δυνατότητες που εντούτοις μαραζώνει, διότι κάποιοι τον αντιμετωπίζουν σαν τσιφλίκι τους. Πολλά είναι εκείνα που θα μπορούσαν, επιπλέον, να ειπωθούν γι’ αυτά τα, κατά κοινή παραδοχή, χαμένα χρόνια «κακοφωνιών» από την οπισθοδρομική μας κομπανία. Φτάνουν, όμως, τα λόγια, είναι ώρα τώρα γιορτής… κι ήσυχα - ήσυχα μετά να ηρεμήσουμε, γιατί η κοίμηση θα κρατήσει ακόμη δυο χρόνια …

Νάκας Βασίλης, δημοσιογράφος. 

πηγη:

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου